glacial
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | glacial | glaciaux |
θηλυκό | glaciale | glaciales |
glacial (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | glacial | glaciaux |
θηλυκό | glaciale | glaciales |
glacial (fr)