help
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
help (en)
- βοήθεια
- Ι can make it alone; I need your help : Δεν τα καταφέρνω μόνος/μόνη μου· χρειάζομαι τη βοήθειά σου!
Ρήμα[επεξεργασία]
help (en)
- βοηθώ
- Help me! : Βοηθείστε/Βοήθησέ με!