hometown
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
hometown | hometowns |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]hometown (en)
- η γενέτειρα, η πόλη καταγωγής μου
- ⮡ I want to return to my hometown.
- Θέλω να ξαναγυρίσω στη γενέτειρά μου.
- ≈ συνώνυμα: birthplace
- ⮡ I want to return to my hometown.