Μετάβαση στο περιεχόμενο

impassable

Από Βικιλεξικό
παραθετικά
θετικός impassable
συγκριτικός more impassable
υπερθετικός most impassable

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
impassable < im- + passable

Επίθετο

[επεξεργασία]

impassable (en)

  • δεν περνιέται
      This road is impassable in the winter.
    Αυτός ο δρόμος δεν περνιέται το χειμώνα.