kilometru
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ρουμανικά (ro)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]kilometru (ro) αρσενικό
- το χιλιόμετρο
Κλίση
[επεξεργασία] κλίση του kilometru
ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
αόριστη άρθρωση | οριστική άρθρωση | αόριστη άρθρωση | οριστική άρθρωση | |
ονομαστική | un kilometru | kilometrul | nişte kilometri | kilometrii |
γενική | a unui kilometru | kilometrului | a unor kilometri | kilometrilor |
δοτική | unui kilometru | kilometrului | unor kilometri | kilometrilor |
αιτιατική | un kilometru | kilometrul | nişte kilometri | kilometrii |
κλητική | — | - | — | - |