longitude

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
longitude longitudes

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈlɑnd͡ʒəˌtud/ (ΗΠΑ), /ˈlɒnd͡ʒɪtjuːd/ (ΗΒ)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

longitude (en)

  1. (γεωγραφία) το γεωγραφικό μήκος
     αντώνυμα: latitude



      ενικός         πληθυντικός  
longitude longitudes

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

longitude (fr) θηλυκό

  1. (γεωγραφία) το γεωγραφικό μήκος
     αντώνυμα: latitude