medley
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
medley | medleys |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
medley (en)
- (μουσική) το ποτ πουρί, ένα μουσικό κομμάτι που αποτελείται από πολλά τραγούδια που παίζονται ή τραγουδιούνται το ένα μετά το άλλο
- ↪ a medley of songs - που πουρί τραγουδιών
- ↪ The orchestra played a cheerful medley.
- H ορχήστρα έπαιζε ένα εύθυμο ποτ πουρί.
- το αμάλγαμα, η πανσπερμία, το ποτ πουρί, το συνονθύλευμα, ένα μείγμα ανθρώπων ή πραγμάτων διαφορετικών ειδών
- ↪ a song with new medleys of words and beats - τραγούδι με νέα αμαλγάματα λέξεων και ρυθμών
- ↪ a medley of races/languages - πανσπερμία φυλών/γλωσσών
- ↪ a vegetable medley - ποτ πουρί λαχανικών
- ↪ a medley of ideas - συνονθύλευμα ιδεών
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τις λέξεις hodgepodge και mix
- (αθλητισμός) η μικτή κολύμβηση, ένα αγώνισμα που o κoλυμβητής καλύπτει τα τέσσερα είδη κoλύμβησης με τηv ακόλoυθη σειρά: Πεταλoύδα, ‘Υπτιo, Πρόσθιo και Ελεύθερo
- ↪ 4x100m mixed medley relay - η μικτή σκυτάλη 4×100μ
Πηγές[επεξεργασία]
- medley - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 649, 728, 861. ISBN 9780194325684., λήμμα: πανσπερμία, ποτ-πουρί, συνονθύλευμα