milimetru
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ρουμανικά (ro)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]milimetru (ro) αρσενικό
Κλίση
[επεξεργασία] κλίση του milimetru
ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
αόριστη άρθρωση | οριστική άρθρωση | αόριστη άρθρωση | οριστική άρθρωση | |
ονομαστική | un milimetru | milimetrul | nişte milimetri | milimetrii |
γενική | a unui milimetru | milimetrului | a unor milimetri | milimetrilor |
δοτική | unui milimetru | milimetrului | unor milimetri | milimetrilor |
αιτιατική | un milimetru | milimetrul | nişte milimetri | milimetrii |
κλητική | — | - | — | - |