octopus

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
octopus octopuses / octopi

Ετυμολογία [επεξεργασία]

octopus < (άμεσο δάνειο) νεολατινική octōpūs, αρχαία ελληνική ὀκτώπους[1]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

octopus (en)

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. octopus - Douglas Harper, Online Etymology Dictionary (Διαδικτυακό ετυμολογικό λεξικό) etymonline.com (αγγλικά, από το 2001)



Ιταλικά (it)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

octopus (it)



Λατινικά (la)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

octopus < (λόγιο δάνειο) αρχαία ελληνική ὀκτώπους

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

octopus (la) νεολατινικά



Ολλανδικά (nl)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

octopus (nl)