opaque

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Επίθετο

[επεξεργασία]

opaque (en)

  1. αδιαφανής
  2. (πληροφορική) αδιαφανής [1][2]

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. (αγγλικά) Opaque. Αρχειοθέτηση 2016-12-13. Πρόσβαση 2020-11-20.
  2. (αγγλικά) What do “transparent” and “opaque” mean when applied to programming concepts?, από stackoverflow.com. Αρχειοθέτηση 2015-04-18. Πρόσβαση 2020-11-20.



Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɔ.pak/

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
opaque opaques

opaque (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]