orateur
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | orateur | orateurs |
θηλυκό | oratrice | oratrices |
orateur (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | orateur | orateurs |
θηλυκό | oratrice | oratrices |
orateur (fr)