passe
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- passe < σύντμηση του passe-partout
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
passe | passes |
passe (fr) αρσενικό
- το πασπαρτού
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- passe < passer
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
passe | passes |
passe (fr) θηλυκό