payment terminal
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
payment terminal | payment terminals |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
payment terminal (en)
- (οικονομία) ηλεκτρονική συσκευή που διασυνδέεται με κάρτες πληρωμών για την πραγματοποίηση ηλεκτρονικών μεταφορών κεφαλαίων