pedal

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: pédal, pedale, pédale

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈpɛdəl/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
pedal pedals

pedal (en)

  1. το πεντάλ, πετάλι
  2. (μουσική) το πεντάλ μουσικού οργάνου
  3. (μουσική) η πεντάλ, τo ισοκράτημα στη δυτική πολυφωνία

Εκφράσεις[επεξεργασία]

Μουσικοί όροι: