percent

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Επίρρημα[επεξεργασία]

percent (en) (χωρίς παραθετικά)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
percent percent / percents

percent (en)

  1. ποσοστό
     συνώνυμα: percentage
  2. το σύμβολο επί τοις εκατό, %
     συνώνυμα: percent sign

Συγγενικές λέξεις[επεξεργασία]