Μετάβαση στο περιεχόμενο
Κύριο μενού
Κύριο μενού
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Ειδικές σελίδες
Αναζήτηση
Αναζήτηση
Εμφάνιση
Δωρεές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Προσωπικά εργαλεία
Δωρεές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Σελίδες για αποσυνδεμένους συντάκτες
μάθετε περισσότερα
Συνεισφορές
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Περιεχόμενα
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Αρχή
1
Ρουμανικά
(ro)
Εναλλαγή Ρουμανικά
(ro)
υποενότητας
1.1
Ουσιαστικό
1.1.1
Κλίση
Εναλλαγή του πίνακα περιεχομένων
pom
35 γλώσσες
Afrikaans
Azərbaycanca
Català
Deutsch
English
Esperanto
Español
Suomi
Français
Magyar
Ido
한국어
Kurdî
Кыргызча
Lombard
Lietuvių
Malagasy
Bahasa Melayu
မြန်မာဘာသာ
Nāhuatl
Plattdüütsch
Nederlands
Occitan
Polski
Português
Română
Русский
Sängö
Svenska
Тоҷикӣ
Türkçe
Vèneto
Tiếng Việt
粵語
中文
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Εργαλειοθήκη
Εργαλεία
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Ενέργειες
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Γενικά
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Switch to legacy parser
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Εμφάνιση
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Από Βικιλεξικό
Ρουμανικά
(ro)
[
επεξεργασία
]
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
pom
(ro)
αρσενικό
(
βοτανική
)
το
δέντρο
Κλίση
[
επεξεργασία
]
κλίση του
pom
ενικός
πληθυντικός
αόριστη άρθρωση
οριστική άρθρωση
αόριστη άρθρωση
οριστική άρθρωση
ονομαστική
un
pom
pomul
nişte
pomi
pomii
γενική
a unui
pom
pomului
a unor
pomi
pomilor
δοτική
unui
pom
pomului
unor
pomi
pomilor
αιτιατική
un
pom
pomul
nişte
pomi
pomii
κλητική
—
-
—
-
Κατηγορίες
:
Ρουμανική γλώσσα
Ουσιαστικά (ρουμανικά)
Βοτανική (ρουμανικά)
Αναζήτηση
Αναζήτηση
Εναλλαγή του πίνακα περιεχομένων
pom
35 γλώσσες
Προσθήκη θέματος