portray

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ενεστώτας portray
γ΄ ενικό ενεστώτα portrays
αόριστος portrayed
παθητική μετοχή portrayed
ενεργητική μετοχή portraying

portray (en)

Συγγενικά

[επεξεργασία]