publicitate
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ρουμανικά (ro)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]publicitate (ro) θηλυκό
Κλίση
[επεξεργασία] κλίση του publicitate
ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
αόριστη άρθρωση | οριστική άρθρωση | αόριστη άρθρωση | οριστική άρθρωση | |
ονομαστική | o publicitate | publicitatea | nişte publicități | publicitățile |
γενική | a unei publicități | publicității | a unor publicități | publicităților |
δοτική | a unei publicități | publicității | a unor publicități | publicităților |
αιτιατική | o publicitate | publicitatea | nişte publicități | publicitățile |
κλητική | — | - | — | - |