Μετάβαση στο περιεχόμενο
Κύριο μενού
Κύριο μενού
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Αναζήτηση
Αναζήτηση
Εμφάνιση
Δωρεές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Προσωπικά εργαλεία
Δωρεές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Σελίδες για αποσυνδεμένους συντάκτες
μάθετε περισσότερα
Συνεισφορές
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Περιεχόμενα
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Αρχή
1
Αγγλικά
(en)
Εναλλαγή Αγγλικά
(en)
υποενότητας
1.1
Ουσιαστικό
2
Σουηδικά
(sv)
Εναλλαγή Σουηδικά
(sv)
υποενότητας
2.1
Ουσιαστικό
Εναλλαγή του πίνακα περιεχομένων
puss
33 γλώσσες
Azərbaycanca
Čeština
Deutsch
English
Esperanto
Español
Eesti
Suomi
Français
Galego
Magyar
Հայերեն
Ido
Íslenska
日本語
ქართული
한국어
Kurdî
Кыргызча
Lombard
Lietuvių
Malagasy
മലയാളം
Norsk
Oromoo
Polski
Русский
Sängö
Svenska
తెలుగు
Türkçe
Tiếng Việt
中文
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Εργαλειοθήκη
Εργαλεία
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Ενέργειες
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Γενικά
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Switch to legacy parser
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Εμφάνιση
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Από Βικιλεξικό
Αγγλικά
(en)
[
επεξεργασία
]
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
puss
(en)
γάτος
Puss in boots
- O
παπουτσωμένος
γάτος
≈
συνώνυμα
:
cat
,
pussy
κορίτσι
ή νεαρή γυναίκα
το
στόμα
Σουηδικά
(sv)
[
επεξεργασία
]
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
puss
(sv)
φιλί
Κατηγορίες
:
Αγγλική γλώσσα
Ουσιαστικά (αγγλικά)
Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
Σουηδική γλώσσα
Ουσιαστικά (σουηδικά)
Αναζήτηση
Αναζήτηση
Εναλλαγή του πίνακα περιεχομένων
puss
33 γλώσσες
Προσθήκη θέματος