résident
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | résident | résidents |
θηλυκό | résidente | résidentes |
résident (fr)
- (πληροφορική, από την αγγλική resident) λογισμικό που παραμένει στη μνήμη ενός υπολογιστή
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
résident | résidents |
résident (fr)
- διπλωμάτης ξένου κράτους
- αλλοδαπός κάτοικος ενός κράτους
- ειδικευόμενος γιατρός