rim
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
rim | rims |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
rim (en)
- το χείλος, το σημείο που καταλήγει κάθε επιφάνεια
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
rim (pt)