rim
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
rim | rims |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]rim (en)
Πορτογαλικά (pt)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]rim (pt)
ενικός | πληθυντικός |
rim | rims |
rim (en)
rim (pt)