rogo

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ιταλικά (it)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

rogo < λατινική rogus

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ενικός πληθυντικός
rogo rogi

rogo (it)

Συνώνυμα[επεξεργασία]


Λατινικά (la)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

rogo < λείπει η ετυμολογία

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈro.ɡoː/

Ρήμα[επεξεργασία]

rogo (la) (rogō1, rogāvī, rogātum, rogāre)

  1. παρακαλώ
  2. ρωτώ

Κλίση[επεξεργασία]