scenic

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

παραθετικά
θετικός scenic
συγκριτικός more scenic
υπερθετικός most scenic

Επίθετο[επεξεργασία]

scenic (en)

  • που έχει όμορφα φυσικά τοπία
    the scenic beauty of the Alps - η φυσική ομορφιά των Άλπεων

Πηγές[επεξεργασία]