stumble into

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας stumble into
γ΄ ενικό ενεστώτα stumbles into
αόριστος stumbled into
παθητική μετοχή stumbled into
ενεργητική μετοχή stumbling into

Ετυμολογία [επεξεργασία]

stumble into < → δείτε τις λέξεις stumble και into

Ρήμα[επεξεργασία]

stumble into (en)

Πηγές[επεξεργασία]