supplementary

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
παραθετικά
θετικός supplementary
συγκριτικός more supplementary
υπερθετικός most supplementary

Επίθετο

[επεξεργασία]

supplementary (en)

  • συμπληρωματικός
    ⮡  Supplementary explanations will be required before we proceed with the work.
    Θα απαιτηθούν συμπληρωματικές εξηγήσεις πριν προχωρήσουμε τη δουλειά.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη additional