switchback

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
switchback switchbacks

Ετυμολογία [επεξεργασία]

switchback < switch + back

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

switchback (en)

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • switchback στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια

Πηγές[επεξεργασία]