understood
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
understood (en)
- υπονοούμενος, αυτός που υπονοείται
- συμφωνημένος