ut
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ut (fr) αρσενικό άκλιτο
Ομώνυμα / Ομόηχα[επεξεργασία]
Λατινικά (la)[επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
ut (la) (& uti)
Σύνδεσμος[επεξεργασία]
ut (la) (& uti)