αρκτικόλεξο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
μ iwiki +en:αρκτικόλεξο |
||
Γραμμή 106: | Γραμμή 106: | ||
{{κλείδα ταξινόμησης|αρκτικολεξο}} |
{{κλείδα ταξινόμησης|αρκτικολεξο}} |
||
[[en:αρκτικόλεξο]] |
Αναθεώρηση της 06:19, 8 Σεπτεμβρίου 2010
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
αρκτικόλεξο ουδέτερο
- συντομευμένη μορφή ενός πολυλεκτικού όρου ή ονόματος (π.χ. επωνυμίας) που σχηματίζεται από τα αρχικά γράμματα ή από ορισμένες συλλαβές του πλήρους όρου ή ονόματος και προφέρεται με διαδοχική απαγγελία των ονομάτων των γραμμάτων του
Δείτε επίσης
- Κατηγορία:Αρκτικόλεξα (ελληνικά)
- ακρωνύμιο και ακρώνυμο
- βραχυγραφία
- επωνυμία
- παρωνύμιο και παρώνυμο
- συντομογραφία
Μεταφράσεις
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «αρκτικολεξο'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'αρκτικόλεξο'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «αρκτικολεξο».