βραχυγραφία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- βραχυγραφία < λόγιο ενδογενές δάνειο: γαλλική brachygraphie < αρχαία ελληνική βραχύς + γράφω
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /vɾa.xi.ɣɾa.ˈfi.a/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
βραχυγραφία θηλυκό
Συνώνυμα[επεξεργασία]
[επεξεργασία]
- βραχυγραφικά
- βραχυγραφικός
- → δείτε τις λέξεις βραχύς και γράφω
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
βραχυγραφία
|