εκ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μεταφορά κειμενου σε άλλη επικεφαλίδα
Γραμμή 6: Γραμμή 6:
==={{πρόθεση|el}}===
==={{πρόθεση|el}}===
'''{{PAGENAME}}''' ή (πριν από φωνήεν) '''[[εξ]]'''
'''{{PAGENAME}}''' ή (πριν από φωνήεν) '''[[εξ]]'''
* {{λόγιο}} συντάσσεται με γενική και δηλώνει:
*πρόθεση που βρίσκεται ως πρώτο [[συνθετικός|συνθετικό]] σε πολλές ελληνικές λέξεις, π.χ. [[εκλαμβάνω]], [[εκτιμώ]], [[εξαιρώ]] κ.λπ.
* {{λόγιο}} αυτόνομα συντάσσεται με γενική και δηλώνει:
*# χρόνο
*# χρόνο
*#: ''το ήξερα '''εκ των προτέρων''' (= από πριν)''
*#: ''το ήξερα '''εκ των προτέρων''' (= από πριν)''
Γραμμή 18: Γραμμή 17:
*# το διαιρεμένο σύνολο
*# το διαιρεμένο σύνολο
*#: ''έλάχιστοι διορίστηκαν τελικά '''εκ των χιλιάδων υποψηφίων'''''
*#: ''έλάχιστοι διορίστηκαν τελικά '''εκ των χιλιάδων υποψηφίων'''''

===={{συγγενικά}}====
* Ως πρόθημα ([[εκ-]]) συναντάται σε πολλές ελληνικές λέξεις, π.χ. [[εκλαμβάνω]], [[εκτιμώ]], [[εξαιρώ]] κ.λπ.


===={{εκφράσεις}}====
===={{εκφράσεις}}====

Αναθεώρηση της 21:18, 19 Οκτωβρίου 2011

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

εκ < αρχαία ελληνική ἐκ

Πρόθεση

εκ ή (πριν από φωνήεν) εξ

  • (λόγιο) συντάσσεται με γενική και δηλώνει:
    1. χρόνο
      το ήξερα εκ των προτέρων (= από πριν)
    2. προέλευση από ένα τόπο
      παραλάβαμε ένα δέμα εκ Παρισίων (= από το Παρίσι)
    3. τρόπο
      τα λες αυτά εκ του ασφαλούς
    4. αιτία
      συμβιβάστηκα εξ ανάγκης (= από ανάγκη)
    5. το διαιρεμένο σύνολο
      έλάχιστοι διορίστηκαν τελικά εκ των χιλιάδων υποψηφίων

Συγγενικά

Εκφράσεις

Συνώνυμα

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «εκ'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «εκ».