εκ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 31: Γραμμή 31:
* [[από]] (+ αιτιατική)
* [[από]] (+ αιτιατική)


===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}
* {{en}} : {{τ|en|from}}
* {{en}} : {{τ|en|from}}

Αναθεώρηση της 09:42, 20 Οκτωβρίου 2011

Δείτε επίσης: ἐκ, ἐξ

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

εκ < αρχαία ελληνική ἐκ

Πρόθεση

εκ ή (πριν από φωνήεν) εξ

  • (λόγιο) συντάσσεται με γενική και δηλώνει:
    1. χρόνο
      το ήξερα εκ των προτέρων (= από πριν)
    2. προέλευση από ένα τόπο
      παραλάβαμε ένα δέμα εκ Παρισίων (= από το Παρίσι)
    3. τρόπο
      τα λες αυτά εκ του ασφαλούς
    4. αιτία
      συμβιβάστηκα εξ ανάγκης (= από ανάγκη)
    5. το διαιρεμένο σύνολο
      έλάχιστοι διορίστηκαν τελικά εκ των χιλιάδων υποψηφίων

Συγγενικά

Εκφράσεις

Συνώνυμα

Μεταφράσεις

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «εκ'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «εκ».