raise: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ρομπότ: Προσθήκη: pt:raise
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη co
Γραμμή 14: Γραμμή 14:
[[an:raise]]
[[an:raise]]
[[chr:raise]]
[[chr:raise]]
[[co:raise]]
[[cs:raise]]
[[cs:raise]]
[[de:raise]]
[[de:raise]]

Αναθεώρηση της 23:16, 26 Μαρτίου 2016

Αγγλικά (en)

Ρήμα

raise (en)

  1. σηκώνω, υψώνω
  2. μαζεύω, συγκεντρώνω
  3. εκτρέφω
  4. ανατρέφω
  5. Πρότυπο:μαθ υψώνω έναν αριθμό σε μία δύναμη

Ουσιαστικό

raise (en)

  1. (ΗΠΑ) αύξηση μισθού (και rise (ΗΒ))