διισχυρίζομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Χρειάζεται τεκμηρίωση με παραπομπή σε κείμενο, εγχειρίδιο ή λεξικό.


Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

διισχυρίζομαι < (διά) δι- + ισχυρίζομαι

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ði.i.sçiˈɾi.zo.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: δι‐ι‐σχυ‐ρί‐ζο‐μαι

Ρήμα[επεξεργασία]

διισχυρίζομαι, π.αόρ.: διισχυρίστηκα (αποθετικό ρήμα)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]