ομοφρονώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ομοφρονώ < αρχαία ελληνική ὁμοφρονέω / ὁμοφρονῶ

Ρήμα[επεξεργασία]

ομοφρονώ

Συγγενικά[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]