χασισόδενδρο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
χασισόδενδρο ουδέτερο
- (φυτό) το δένδρο από το οποίο παράγεται το χασίς,
- η κάνναβη, ή καναβουριά
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
χασισόδενδρο
|