Βαβυλώνιος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: βαβυλώνιος

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Βαβυλώνιος οι Βαβυλώνιοι
      γενική του Βαβυλωνίου των Βαβυλωνίων
    αιτιατική τον Βαβυλώνιο τους Βαβυλωνίους
     κλητική Βαβυλώνιε Βαβυλώνιοι
Κατηγορία όπως «άνθρωπος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Βαβυλώνιος < αρχαία ελληνική Βαβυλώνιος

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /va.viˈlo.ni.os/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βα‐βυ‐λώ‐νι‐ος

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Βαβυλώνιος αρσενικό (θηλυκό Βαβυλώνια)

  • (εθνικό όνομα) ο κάτοικος της Βαβυλώνας ή, γενικά, της Βαβυλωνίας
    ※  Η εξελιγμένη γεωμετρία, δηλαδή αυτή η οποία σχετίζεται όχι μόνο με τις χωρικές σχέσεις και τη μελέτη των σχημάτων, αλλά μπορεί να εφαρμοστεί στη φυσική και την αστρονομία μέσω μαθηματικών και αριθμητικών υπολογισμών, χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τους αρχαίους Βαβυλώνιους, δηλαδή 1.400 χρόνια νωρίτερα από ό,τι πιστεύαμε μέχρι σήμερα.
    Οι Βαβυλώνιοι χρησιμοποίησαν πρώτοι εξελιγμένη γεωμετρία, Εφημερίδα των Συντακτών, 29 Ιανουαρίου 2016

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Βαβυλώνιος Βαβυλωνί τὸ Βαβυλώνιον
      γενική τοῦ Βαβυλωνίου τῆς Βαβυλωνίᾱς τοῦ Βαβυλωνίου
      δοτική τῷ Βαβυλωνί τῇ Βαβυλωνί τῷ Βαβυλωνί
    αιτιατική τὸν Βαβυλώνιον τὴν Βαβυλωνίᾱν τὸ Βαβυλώνιον
     κλητική ! Βαβυλώνιε Βαβυλωνί Βαβυλώνιον
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ Βαβυλώνιοι αἱ Βαβυλώνιαι τὰ Βαβυλώνι
      γενική τῶν Βαβυλωνίων τῶν Βαβυλωνίων τῶν Βαβυλωνίων
      δοτική τοῖς Βαβυλωνίοις ταῖς Βαβυλωνίαις τοῖς Βαβυλωνίοις
    αιτιατική τοὺς Βαβυλωνίους τὰς Βαβυλωνίᾱς τὰ Βαβυλώνι
     κλητική ! Βαβυλώνιοι Βαβυλώνιαι Βαβυλώνι
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ Βαβυλωνίω τὼ Βαβυλωνί τὼ Βαβυλωνίω
      γεν-δοτ τοῖν Βαβυλωνίοιν τοῖν Βαβυλωνίαιν τοῖν Βαβυλωνίοιν
2η&1η κλίση, Κατηγορία 'λόγιος' όπως «λόγιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Βαβυλώνιος < Βαβυλών + -ιος

Επίθετο[επεξεργασία]

Βαβυλώνιος, -α, -ον

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]