Βαλασούδα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Βαλασούδα οι Βαλασούδες
      γενική της Βαλασούδας
    αιτιατική τη Βαλασούδα τις Βαλασούδες
     κλητική Βαλασούδα Βαλασούδες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Βαλασούδα < Βαλασ(ή) + -ούδα

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /va.laˈsu.ða/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βα‐λα‐σού‐δα

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Βαλασούδα θηλυκό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]