Βοσκόπουλος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Βοσκόπουλος οι Βοσκόπουλοι
Βοσκοπουλαίοι1
      γενική του Βοσκόπουλου
Βοσκοπούλου
των Βοσκόπουλων2
Βοσκοπουλαίων
    αιτιατική τον Βοσκόπουλο τους Βοσκόπουλους3
Βοσκοπουλαίους
     κλητική Βοσκόπουλε Βοσκόπουλοι
Βοσκοπουλαίοι
 1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι.
 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Βοσκοπούλων
 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Βοσκοπούλους
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Βοσκόπουλος < βοσκόπουλο ή Βοσκ(ός) / βοσκ(ός) + -όπουλος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /voˈsko.pu.los/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βο‐σκό‐που‐λος

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Βοσκόπουλος αρσενικό (θηλυκό Βοσκοπούλου)

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταγραφές[επεξεργασία]