Σαριτζιώτης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Σαριτζιώτης | οι | Σαριτζιώτηδες |
γενική | του | Σαριτζιώτη* | των | Σαριτζιώτηδων |
αιτιατική | τον | Σαριτζιώτη | τους | Σαριτζιώτηδες |
κλητική | Σαριτζιώτη | Σαριτζιώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Σαριτζιώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Σαριτζιώτης < Σαριντζιώτης με τροπή [nd] > [d] < Σαρίντζ(ι) < τουρκική sarnıç (στέρνα, γούρνα) → και δείτε τη λέξη Σαριντζιώτης
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /sa.ɾiˈd͡zʝo.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Σα‐ρι‐τζιώ‐της
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Σαριτζιώτης αρσενικό (θηλυκό Σαριτζιώτη ή Σαριτζιώτου)
Μεταγραφές[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Επώνυμα που κλίνονται όπως το 'Αγγελίδης' (νέα ελληνικά)
- Επώνυμα αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Επώνυμα από τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά επώνυμα με επίθημα -ιώτης (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά επώνυμα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)