Συγγρός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Συγγρός οι Συγγροί
      γενική του Συγγρού των Συγγρών
    αιτιατική τον Συγγρό τους Συγγρούς
     κλητική Συγγρέ Συγγροί
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Σολωμός (κλίση: ναός)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Συγγρός < Τσιγγρός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  [1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /siŋˈɡɾos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Συγ‐γρός

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Συγγρός αρσενικό (θηλυκό Συγγρού)

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταγραφές[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Ο πατέρας του Ανδρέα Συγγρού ονομαζόταν Δομένικος Τσιγγρός