Τσουδερός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Τσουδερός < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /t͡su.ðeˈros/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Τσου‐δε‐ρός
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Τσουδερός αρσενικό (θηλυκό Τσουδερού)