άηχο σύμφωνο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | άηχο σύμφωνο | τα | άηχα σύμφωνα |
γενική | του | άηχου συμφώνου | των | άηχων συμφώνων |
αιτιατική | το | άηχο σύμφωνο | τα | άηχα σύμφωνα |
κλητική | άηχο σύμφωνο | άηχα σύμφωνα | ||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- άηχο σύμφωνο < → δείτε τις λέξεις άηχος και σύμφωνο, σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική sourd από τον πληθυντικό sourdes (consonnes): άηχα σύμφωνα[1]
Προφορά[επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
άηχο σύμφωνο ουδέτερο (συνήθως στον πληθυντικό)
- (φωνητική) σύμφωνο κατά την εκφώνηση του οποίου οι φωνητικές χορδές δεν πάλλονται
- άηχα σύμφωνα της νέας ελληνικής είναι τα κλειστά [p t k c], τα τριβόμενα [f x ç θ s] και το προστριβόμενο [t͡s].[2]
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Εκφράσεις[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
→ και δείτε τη λέξη ήχος
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
άηχο σύμφωνο
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ άηχος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ άηχο σύμφωνο - Λεξικό γλωσσολογικών όρων - Digital PanGloss στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας (2006‑08)
Κατηγορίες:
- Κλίση ουδέτερων πολυλεκτικών όρων (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Πολυλεκτικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Σημασιολογικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Φωνητική (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)