αγριοκύμινο
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Δείτε επίσης
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
[
επεξεργασία
]
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
αγριοκύμιν
ο
τα
αγριοκύμιν
α
γενική
του
αγριοκύμιν
ου
των
αγριοκύμιν
ων
αιτιατική
το
αγριοκύμιν
ο
τα
αγριοκύμιν
α
κλητική
αγριοκύμιν
ο
αγριοκύμιν
α
Κατηγορία
όπως «
σίδερο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
[
επεξεργασία
]
αγριοκύμινο
<
άγριο
+
κύμινο
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
αγριοκύμινο
ουδέτερο
(
φυτό
) διετές φυτό της οικογένειας των Απιίδων
Δείτε επίσης
[
επεξεργασία
]
κιούμελ
αγριοκύμινο
στη
Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[
επεξεργασία
]
αγριοκύμινο
αγγλικά
:
caraway
(en)
, caraway
seed(s)
(μπαχαρικό)
γαλλικά
:
carvi
(fr)
γερμανικά
:
Kümmel
(de)
ισπανικά
:
alcaravea
(es)
ιταλικά
:
carvi
(it)
ολλανδικά
:
karwij
(nl)
πορτογαλικά
:
alcaravia
(pt)
Κατηγορίες
:
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σίδερο' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
Νέα ελληνικά
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Φυτά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Download QR code
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
English