αδερφίστικος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αδερφίστικος η αδερφίστικη το αδερφίστικο
      γενική του αδερφίστικου της αδερφίστικης του αδερφίστικου
    αιτιατική τον αδερφίστικο την αδερφίστικη το αδερφίστικο
     κλητική αδερφίστικε αδερφίστικη αδερφίστικο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αδερφίστικοι οι αδερφίστικες τα αδερφίστικα
      γενική των αδερφίστικων των αδερφίστικων των αδερφίστικων
    αιτιατική τους αδερφίστικους τις αδερφίστικες τα αδερφίστικα
     κλητική αδερφίστικοι αδερφίστικες αδερφίστικα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αδερφίστικος < αδελφή / αδερφή + -ίστικος

Επίθετο[επεξεργασία]

αδερφίστικος, -η, -ο

Συνώνυμα[επεξεργασία]