ακροδεξιά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | ακροδεξιά | ||
γενική | της | ακροδεξιάς | ||
αιτιατική | την | ακροδεξιά | ||
κλητική | ακροδεξιά | |||
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ακροδεξιά < ακρο- + δεξιά, ουσιαστικοποιημένο θηλυκό του επιθέτου ακροδεξιός
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ακροδεξιά θηλυκό
- (πολιτική) πολιτικός χώρος που συγκεντρώνει κόμματα με συντηρητικές, ολοκληρωτικές και εθνικιστικές απόψεις
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- ακροδεξιά στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ακροδεξιά
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'καρδιά' χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά με συνίζηση στην κατάληξη (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά με συνίζηση στην κατάληξη (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα ακρο- (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Πολιτική (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)