αντιαρθριτικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αντιαρθριτικός < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο[επεξεργασία]
αντιαρθριτικός
- που καταπολεμά την αρθρίτιδα
- αντιαρθριτικό φάρμακο
- έχει αντιαρθριτική δράση
- αντιαρθριτική φόρμουλα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αντιαρθριτικός