αντιπληθωρικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αντιπληθωρικός < αντι- + πληθωρικός (σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική anti-inflationniste)
Επίθετο[επεξεργασία]
αντιπληθωρικός, -ή, -ό
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αντιπληθωρικός
|