αροκάνιστος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αροκάνιστος η αροκάνιστη το αροκάνιστο
      γενική του αροκάνιστου της αροκάνιστης του αροκάνιστου
    αιτιατική τον αροκάνιστο την αροκάνιστη το αροκάνιστο
     κλητική αροκάνιστε αροκάνιστη αροκάνιστο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αροκάνιστοι οι αροκάνιστες τα αροκάνιστα
      γενική των αροκάνιστων των αροκάνιστων των αροκάνιστων
    αιτιατική τους αροκάνιστους τις αροκάνιστες τα αροκάνιστα
     κλητική αροκάνιστοι αροκάνιστες αροκάνιστα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αροκάνιστος < α- + ροκανίζω + -τος

Επίθετο[επεξεργασία]

αροκάνιστος

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]