αυτείνος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: αὐτεῖνος

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική      αυτείνος      αυτείνη      αυτείνο
      γενική αυτείνου αυτείνης αυτείνου
    αιτιατική αυτείνο αυτείνη αυτείνο
     κλητική
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική      αυτείνοι      αυτείνες      αυτείνα
      γενική αυτείνων αυτείνων αυτείνων
    αιτιατική αυτείνους αυτείνες αυτείνα
     κλητική
Δείτε και αυτούνος, αυτός.
Κατηγορία όπως «ξένος» - Παράρτημα:Αντωνυμίες

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αυτείνος < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική αὐτεῖνος < συμφυρμός των αὐτός + ἐκεῖνος

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /aˈfti.nos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: αυ‐τεί‐νος

Αντωνυμία[επεξεργασία]

αυτείνος, αυτείνη, αυτείνο (δεικτική αντωνυμία)

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • αυτού (επίρρημα, λαϊκότροπο)

Μεταφράσεις[επεξεργασία]